Ο όρος «γυναικοκτονία», αν και ξεκίνησε πρόσφατα να ακούγεται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, καθώς και σε πλήθος επιστημονικών συνεδρίων είχε ήδη εμφανιστεί από το 1976 και την φεμινίστρια και ακτιβίστρια κοινωνιολόγο Diana E. H. Russel. Το φαινόμενο αυτό εντείνεται ολοένα και περισσότερο στη σημερινή εποχή -κάνοντας ισχυρή την παρουσία του κατά την περίοδο της καραντίνας- δημιουργώντας πλήθος συζητήσεων και ερωτημάτων.
Τόσο στην κοινωνική όσο και στη νομική πραγματικότητα η χρήση του όρου αυτού συναντά αντιστάσεις. Η ουσία του ορίζεται ως το αποκορύφωμα της άσκησης έμφυλης βίας -η κορυφή του παγόβουνο θα λέγαμε- το οποίο οδηγεί σε θανάτωση μιας θηλυκότητας από έναν άνδρα λόγω ακριβώς, του φύλου της. Η άσκηση έντονης και συστηματικής βίας η οποία οδηγεί σε θάνατο υπό τη σκέψη πως ο άνδρας δικαιούται να οδηγήσει στο θάνατο μια θηλυκότητα εκτιμώντας πως ο
ίδιος αποτελεί τον ισχυρό παράγοντα για να αποφασίσει για τη συμπεριφορά και εν τέλει, τη ζωή μιας θηλυκότητας θεωρώντας την «κτήμα του». Τα κίνητρα είναι καθαρά έμφυλα, ποτισμένα με τοξική αρρενωπότητα, αλλά και ταξική συνείδηση, καθώς ο βαθύτερος πολιτικο-κοινωνικός χαρακτήρας του φαινομένου δέον κρίνεται να μην απεμπολείται.
Στην Ελλάδα ο όρος δεν έχει αναγνωριστεί νομικά εισάγοντάς τον, δηλαδή με κάποια διάταξη νόμου στη νομική πραγματικότητα. Μάλιστα, μια τέτοια εισαγωγή συναντά ισχυρές αντιστάσεις από πλήθος επιστημόνων με το επιχείρημα πως το έγκλημα της ανθρωποκτονίας (άρθρο 299 ΠΚ) με πρόσφατη νομοθετική παρέμβαση τιμωρείται πλέον με την υψίστη των ποινών -τα ισόβια. Άρα, κατά τη σκέψη αυτή η εισαγωγή ενός ξεχωριστού εγκλήματος με νέα αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση είναι περιττή, αλλά και γενικευμένη καθώς δημιουργείται το ζήτημα της απόδειξης. Πώς θα αποδειχθούν τα έμφυλα κίνητρα του δράστη – γυναικοκτόνου ούτως ώστε να του αποδοθεί η σχετική ευθύνη και ποινή.
Προς απάντηση των παραπάνω ερωτημάτων, όπως ορθά επισημαίνει η Χαρά Χιόνη-Χότουμαν, δικηγόρος από το Κέντρο Γυναικείων Ερευνών και Μελετών «Διοτίμα», εξηγεί: «Η ανθρωποκτονία από πρόθεση, σύμφωνα με το άρθρο 299 του Ποινικού Κώδικα τιμωρείται με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Ωστόσο, στην πράξη, σε πολλές περιπτώσεις η ποινή αυτή μειώνεται λόγω των ελαφρυντικών περιστάσεων που αναγνωρίζονται από το δικαστήριο. Επομένως, ο δράστης συχνά τιμωρείται με μικρότερη ποινή.
Η εισαγωγή στον Π. Κ. αυστηρότερων ποινών σε περιπτώσεις γυναικοκτονιών θα μπορούσε να γίνει με διαφόρους τρόπους. Η ένταξη αυτή θα μπορούσε να γίνει είτε προσθέτοντας ως βάση διακρίσεως στο άρθρο 81Α του Π.Κ. τη διάκριση λόγω φύλου, είτε εισάγοντας επιβαρυντική περίσταση απευθείας στο άρθρο 299 Π.Κ. Από την άλλη, και στο υπάρχον πλαίσιο θα μπορούσε να αναπτυχθεί μία νομολογία η οποία θα εντάσσει στο πλαίσιο της επιμέτρησης της ποινής -άρθρο 79 Π.Κ.- τον παράγοντα της έμφυλης βίας. Πέρα από τις πρακτικές συνέπειες ενός τέτοιου μέτρου, αναμφισβήτητα η εισαγωγή επιβαρυντικής περίστασης υποδηλώνει την αναγνώριση του φαινομένου και αποκτά και συμβολικό χαρακτήρα».
Ο παράγοντας λοιπόν, του έμφυλου κινήτρου το οποίο αποτελεί έντονο κοινωνικό φαινόμενο με τεράστιες διαστάσεις και επαναλαμβανόμενο -θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε- μοτίβο δεν είναι αναγκαίο πως πρέπει να εισαχθεί στον Ποινικό Κώδικα ως ένα νέο αυτοτελές έγκλημα. Πράγματι, η βάση αυτού είναι η αντικειμενική υπόσταση του 299 ΠΚ, η πράξη της θανάτωσης δηλαδή ενός άλλου ατόμου. Όμως, είναι το βαθύτερο κίνητρο διαφέρει. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η
νοοτροπία ενός δικαίου του ισχυρού έχοντας την εσωτερικευμένη πεποίθηση του «ανήκειν» στον άνδρα και στις επιθυμίες και προσταγές εκείνου, η οποία διαφαίνεται τόσο από τα μέσα που χρησιμοποιεί στην πράξη του όσο και από τη συμπεριφορά και το συλλογισμό του.
Όπως πλείστοι γυναικοκτόνοι ακολούθησαν τις «συμβουλές» γνωστού προσώπου που εμφανίζεται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, διαπράττοντας το έγκλημα και στη συνέχεια καλώντας την αστυνομία για να εξασφαλίσουν κάποιο ελαφρυντικό στη δική τους περίπτωση. Το γεγονός όμως, αυτό καθαυτό δε μαρτυρά από μόνο του τη συλλογιστική του εν λόγω δράστη; Το ότι διέπραξε την υψίστη της έμφυλης βίας με σκοπό έπειτα, να μην τιμωρηθεί ή να τιμωρηθεί σε ένα ελάχιστο επίπεδο για την πράξη του, επειδή «ήταν συνεργάσιμος απένατι στις Αρχές»;
Μάλιστα, μια μερίδα τόσο νομικών όσο και πολιτών αντιτίθενται στην κατοχύρωση και χρήση του όρου αυτού με το επιχείρημα πως παραβιάζεται η αρχή της ισότητας των φύλων -κατοχυρωμένη στο άρθρο 4 παρ.2 του Συντάγματος. Μελετώντας όμως, σύμφωνα με την αρχή της τελολογικής ερμηνείας των διατάξεων του Συντάγματος και των νόμων, δέον κρίνεται να επικεντρωθεί η σκέψη στην ουσιαστική ισότητα. Εκείνη δηλαδή, που αποσκοπεί στην όμοια μεταχείριση όμοιων
καταστάσεων και ανόμοια για τις ανόμοιες καταστάσεις. Ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί πως μια θηλυκότητα βρίσκεται σε ανόμοια κατάσταση -κοινωνικά, ταξικά, πραγματιστικά- με έναν άνδρα; Φρονώ πως η ίδια η κοινωνική πραγματικότητα αποδεικνύει την εν λόγω διάκριση.
Μάλιστα, η Αργεντινή αναγνώρισε νομικά τον όρο «γυναικοκτονία» το 2016 έπειτα από μεγαλειώδεις διαδηλώσεις που ακολούθησαν τρεις δολοφονίες γυναικών από άνδρες. Το φαινόμενο που έχει τεράστιες διαστάσεις στη Λατινική Αμερική έχει οδηγήσει στην ενσωμάτωση στη νομοθεσία του όρου γυναικοκτονία σε διάφορες χώρες, όπως η Χιλή, η Κόστα Ρίκα, το Ελ Σαλβαδόρ, η Γουατεμάλα, το Μεξικό και η Δομινικανή Δημοκρατία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση συμμετέχει στην πρωτοβουλία «Spotlight» των Ηνωμένων εθνών, η οποία αφορά τον τερματισμό των γυναικοκτονιών, ενώ υπάρχει και το παρατηρητήριο «Femicide Across Europe» που εξετάζει το ζήτημα τις γυναικοκτονίας, αλλά φαίνεται ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει υιοθετηθεί ο όρος νομικά.
Καταλήγοντας λοιπόν, στο συμπέρασμα πως η κατοχύρωση του όρου της γυναικοκτονίας στη νομική πραγματικότητα είναι αναγκαία λαμβάνοντας υπόψη πάντοτε και το διαπλαστικό χαρακτήρα του δικαίου, την ικανότητά του δηλαδή όχι μόνο να δρα κατασταλτικά αλλά και να προλαμβάνει, να νουθετεί και να διαμορφώνει αντιλήψεις και σε κοινωνικό επίπεδο, διαγράφονται οι λόγοι για τους οποίους μια τέτοια κίνηση θα προσέφερε σημαντικές θετικές εξελίξεις. Το ζήτημα
δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο σε προληπτικό επίπεδο μέσω της ανατροφής και της εκπαίδευσης. Είναι ζήτημα πολύπλευρο και απαιτεί τη συμβολή της Πολιτείας. Εξάλλου, όπως σοφά έχει αναφέρει η Σιμόν ντε Μποβουάρ: «το να ονοματίζει κανείς σημαίνει να αποκαλύπτει και το να αποκαλύπτει σημαίνει πως ήδη δρα».
Πηγές:
Είναι σωστός τελικά ο όρος «γυναικοκτονία»; (https://diotima.org.gr/einai-sostos-telika-o-
oros-gynaikoktonia/ )
Understanding and addressing violence against women
(https://apps.who.int/iris/bitstream/handle/10665/77421/WHO_RHR_12.38_eng.pdf?sequence
=1 )
Αρχή της ισότητας , Ανοιχτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα , Λίνα Παπαδοπούλου
(https://opencourses.auth.gr/modules/document/file.php/OCRS130/%CE%A0%CE%B1%CF%81
%CE%BF%CF%85%CF%83%CE%B9%CE%AC%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82%20%CE%9C%C
E%B1%CE%B8%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%82/%CE%95%CE%BD%CF%8C
%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%2008%CE%B7.pdf )
Γυναικοκτονία: Όρια και όροι αποδοχής ενός νέου νομικού όρου , Μαρίνα Μαροπούλου
(https://diotima.org.gr/wp-content/uploads/2021/01/%CE%9C.-
%CE%9C%CE%B1%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%BF%CF%8D%CE%BB%CE%BF%CF%85_%CE%
93%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%C
E%AF%CE%B1-%CE%BF%CE%B9-%CF%8C%CF%81%CE%BF%CE%B9-
%CE%B3%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-
%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CF%87%CE%AE%CF%82-
%CE%B5%CE%BD%CF%8C%CF%82-%CE%BD%CE%AD%CE%BF%CF%85-
%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%8D-
%CF%8C%CF%81%CE%BF%CF%85.pdf )