Περιγραφή εξωφύλλου: Σε αποχρώσεις του κόκκινου απεικονίζεται μια θηλυκότητα με αυστηρή έκφραση προσώπου. Από πίσω της διαφαίνεται ένας χρυσός ήλιος, ένα πανί που ανεμίζει, ενώ την περιτριγυρίζουν κόκκινα και μπλε λουλούδια. Πάνω δεξιά στην εικόνα αναγράφεται ο τίτλος του άρθρου.
Η Πρώτη του Μάη αποτελεί μια μέρα σύμβολο για την εργατική τάξη σε παγκόσμιο επίπεδο. Από τον Μάιο του 1886 στο Σικάγο, μέχρι και σήμερα, η Εργατική Πρωτομαγιά είναι αφιερωμένη σε όσα άτομα διεκδίκησαν και διεκδικούν καλύτερες συνθήκες εργασίας και ζωής. Ανάμεσα στους διαδηλωτές που εναντιώθηκαν στην εργατική εκμετάλλευση, συναντάμε και τις γυναίκες εργάτριες. Συναντάμε, δηλαδή, όλες εκείνες τις θηλυκότητες που συνδύασαν τον αγώνα για τα εργατικά δικαιώματα με αυτον για την έμφυλη ισότητα.
Η χειραφετηση της γυναίκας στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο ήταν -και συνεχίζει να είναι- άμεσα συνυφασμένη με την ένταξή της στο σύστημα παραγωγής, όπως υποστήριξαν σπουδαίες θεωρητικοί του φεμινιστικού κινήματος, σαν τη Firestone και τη Beauvoir. Η εργάτρια δεν θα χρειαζόταν έναν άντρα- εργάτη για να ζήσει. Δεν θα αποτελούσε ένα αναπόσπαστο κομμάτι της προίκας της που διαχειρίζεται ο κύριος του σπιτιού, είτε αυτός είναι ο πατέρας είτε ο σύζυγος. Θα είναι η γυναίκα που θα γίνει σταδιακά οικονομικά αλλά και κοινωνικά ανεξάρτητη.
Ωστόσο, η διάπλαση της ταυτότητας της «εργάτριας» και η γενικότερη σχέση της γυναίκας με την εργασία, ξεκινά πολλά χρόνια πίσω στην ανθρώπινη ιστορία. Ήδη από τους αρχαίους πολιτισμούς εντοπίζουμε αναφορές για αγρότισσες, φροντίστριες, ιέρειες κοκ. Σε ορισμένες περιπτώσεις μαθαίνουμε ακόμα και για γυναίκες που ασχολήθηκαν με τις επιστήμες, την φιλοσοφία και την τέχνη, όπως η Υπατία και η Σαπφώ. Η μεταγενέστερη, όμως, μελέτη αυτών των πηγών από προβοκατόρικες κοινωνίες, που έδιναν πρόσβαση στην γνώση μόνο στους άντρες, μεθόδευσαν την αποσιώπηση αυτών των πληροφοριών, οδηγώντας έτσι στην δημιουργία και -εν τέλει- εδραίωση της αντίληψης, πως οι γυναίκες ήταν πάντα μόνο «μητέρες» και «νοικοκυρές».
Η μονοδιάστατη αυτή αντιμετώπιση της γυναίκας κατά την Βικτωριανή εποχή συνεχίζεται και παίρνει έντονα ταξικές διαστάσεις. Από την μια πλευρά έχουμε τις «κυρίες», τις γυναίκες που απεικονίζονται μέχρι και σήμερα ως πρότυπα εκείνης της εποχής. Από την άλλη πλευρά έχουμε τις ξεχασμένες γυναίκες, αυτές των κατώτερων τάξεων. Έχουμε, δηλαδή, αυτές που συνήθως έμεναν στην επαρχία, δούλευαν στα χωράφια μαζί ή χωρίς του άντρες τους και δεν σταματούσαν ούτε όσο εγκυμονούσαν, ούτε όσο είχαν δεμένα πάνω τους τα παιδιά.
Με την βιομηχανική επανάσταση και την μαζική αστυφιλία, ολόκληρες οικογένειες συγκεντρώθηκαν στις πόλεις. Οι εξελίξεις της εποχής αύξαναν όλο και περισσότερο τις ανάγκες των επιχειρήσεων για επιπλέον εργατικά χέρια, και των νοικοκυριών για επιπλέον εισόδημα. Έτσι, βλέπουμε τις γυναίκες να μπαίνουν στις κλωστοϋφαντουργίες και να λαμβάνουν τον «παραδοσιακό» ρόλο του εργάτη. Χωρίς συνδικάτα, με προσβλητικά χαμηλό μισθό και την επιπρόσθετη άμισθη δουλειά της συντήρησης του νοικοκυριού, η εργάτρια συμβάλλει στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα γίνεται αντικείμενο περιφρόνησης.
Η ανάγκη της κοινωνίας για εργάτριες εντείνεται κατά τον Ά και -ακόμα περισσότερο- τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όσο οι άντρες λείπουν στην πρώτη γραμμή, οι γυναίκες αναλαμβάνουν ολοκληρωτικά την παραγωγή. Βλέπουμε καμπάνιες που τις προσκαλούν να εργαστούν, ενώ εμφανίζονται στην Αγγλία οι “Women’s Land Army” που αναλαμβάνουν αγροτικές εργασίες και στην Γαλλία οι “Munitionnettes” και οι “Obusettes” που κατασκευάζουν τα πυρομαχικά. Ωστόσο, παρά την καθοριστική τους συμβολή, μετά την λήξη των πολέμων, οι «εργάτριες» θάβονται στην μνήμη και η απαίτηση για τις «μητέρες» επανέρχεται.
Ταυτόχρονα, όσο γίνονται βήματα και διεκδικήσεις για την συμπερίληψη των γυναικών στην πολιτική, την επιστήμη και τον ακαδημαϊκό χώρο, βλέπουμε τις γυναίκες να εμφανίζονται σε όλο και περισσότερες θέσεις εργασίας. Σταδιακά καταφέρνουν και ξεπερνούν τα στεγανά και αναλαμβάνουν στερεοτυπικά «αντρικές» δουλειές και θέσεις ηγεσίας, ενώ ταυτόχρονα ξεκινούν να διεκδικούν πιο ίση αντιμετώπιση.
Καθοριστικής σημασίας ήταν επίσης, και η συμβολή του Μαρξιστικού Φεμινισμού (Marxist Feminism) που πρωτοεμφανίστηκε τον 19ο αι. και υποστηρίχθηκε από σημαντικές γυναίκες, όπως τις Chizuko Ueno, Anuradha Ghandy, Angela Davis κα. Όπως η κλασική Μαρξιστική θεωρία υποστηρίζει πως στις καπιταλιστικές κοινωνίες οι ταξικές σχέσεις διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό την συνείδηση του ατόμου, έτσι αναλογικά, και ο Μαρξιστικός Φεμινισμός ανάγει τις έμφυλες ανισότητες στον τροπο παραγωγής και στις ταξικές ανισότητες.
Δηλαδή, η καταπίεση των γυναικών εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου και της ηγετικής τάξης. Η καταπίεση αυτή μάλιστα, θεωρείται διπλή, καθότι προέρχεται τόσο από το μακροεπίπεδο της κοινωνικής δομής, όσο και από το μικροεπίπεδο της οικογενειακής δομής, αποδεικνύοντας έτσι την συσχέτιση των εξουσιαστικών δομών του καπιταλισμού και της πατριαρχίας. Ακόμα και σήμερα, η Μαρξιστική Φεμινιστική θεωρία αποτελεί εργαλείο για την ανάλυση του έμφυλου στον καπιταλισμό και στις γενικότερες σχέσεις παραγωγής.
Μπαίνοντας σε μια διαδικασία ιστορικής ανασκόπησης, μπορούμε να δούμε πως η ένταξη των γυναικών στο σύστημα εργασίας συγχρονίζεται με την πολιτικοποίησή τους. Πολλές εργάτριες υποστηρίζουν τα ρεύματα του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού και του αναρχισμού ταυτόχρονα με αυτό του φεμινισμού. Παράδειγμα αποτελεί η Σοβιετική Ένωση, όπου ο αριθμός των γυναικών εργαζομένων ήταν μεγαλύτερος συγκριτικά με άλλες αμιγώς καπιταλιστικές κοινωνίες. Η εργασία στη σοσιαλιστική παραγωγή αναδείχθηκε σε βασικό στοιχείο της χειραφέτησης της γυναίκας, όπου νομοθετήθηκε η παροχή ίσης αμοιβής σε γυναίκες και άνδρες για ίση εργασία.
Η Πρώτη του Μάη, λοιπόν, είναι αφιερωμένη σε όλα τα άτομα της εργατικής τάξης. Στις εργάτριες που πάλεψαν και παλεύουν. Στις εργάτριες που ενώνουν τις δυνάμεις τους μαζί με τους εργάτες, δίνοντας ηχηρό παρών στους αγώνες της εργατικής τάξης και στις μαζικές διαμαρτυρίες, έχοντας αυτόν τον διπλό -αλλά ενιαίο- ρόλο διεκδίκησης: αυτόν του ταξικού αλλά και του έμφυλου.